Ο
ΠΛΑΓΙΟΣ ΛΟΓΟΣ
|
ΚΥΡΙΕΣ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΚΡΙΣΕΩΣ
Θα δούμε τις αλλαγές που συντελούνται κατά
τη μεταφορά των κυρίων προτάσεων κρίσης από τον ευθύ λόγο στον πλάγιο,
μελετώντας πρωτίστως το ρήμα εξάρτησης, που μπορεί να είναι ρήμα:
(με τις αλλαγές στη μετατροπή των κύριων
προτάσεων κρίσης)
Οι κύριες προτάσεις κρίσης
|
||||
μετά από
|
μετατρέπονται
σε
|
οι εγκλίσεις
τους
|
το απαρέμφατο
|
η μετοχή
|
λεκτικά
|
ειδική
πρόταση
ειδικό
απαρέμφατο
|
α) παραμένουν ίδιες, αν το ρήμα εξάρτησης βρίσκεται σε
αρκτικό χρόνο
β) συνήθως μετατρέπονται σε ευκτική του πλ. λ., αν το ρήμα
εξάρτησης βρίσκεται σε ιστορικό χρόνο
γ) η δυνητική οριστική και η δυνητική ευκτική
διατηρούνται πάντα
|
α) διατηρείται το δυν. ἂν
β) ο χρόνος του εξαρτάται από το χρόνο του ρ. στον ευθύ
λ.
|
α) διατηρείται το δυν. ἂν
β) ο χρόνος της εξαρτάται από το χρόνο του ρ. στον ευθύ
λ.
|
γνωστικά
|
ειδική
πρόταση
πλάγια ερώτηση ειδικό απαρέμφατο κατηγορηματική μτχ. |
|||
αισθητικά
|
ειδική
πρόταση
πλάγια ερώτηση ειδικό απαρέμφατο κατηγορηματική μτχ. |
|||
δοξαστικά
|
ειδικό
απαρέμφατο
|
Πιο αναλυτικά, οι κύριες προτάσεις κρίσης μετατρέπονται μετά
από:
Παρατηρήσεις για την έγκλιση
α) Όταν το ρήμα εξάρτησης είναι αρκτικού χρόνου, η
έγκλιση της ειδικής πρότασης παραμένει ίδια με του ευθύ λόγου, δηλαδή:
ευθύς λόγος:
οριστική > πλάγιος
λόγος οριστική, πρδ. 1
β) όταν το ρήμα εξάρτησης είναι ιστορικού χρόνου η
έγκλιση της ειδικής πρότασης είτε παραμένει ίδια είτε μετατρέπεται σε ευκτική
του πλάγιου λόγου (πλ. λ.), δηλαδή:
ευθύς λόγος: οριστική > πλάγιος
λόγος ευκτική πλ. λ., πρδ
2α
γ) Όμως, η δυνητική οριστική και η δυνητική ευκτική
του ευθύ λόγου παραμένουν, ακόμα κι αν το ρήμα εξάρτησης είναι ιστορικού
χρόνου, δηλαδή:
ευθύς λόγος: δυνητική οριστική > πλάγιος λόγος: δυνητική οριστική, πρδ. 3
ευθύς λόγος: δυνητική οριστική > πλάγιος λόγος: δυνητική οριστική, πρδ. 4
ευθύς λόγος: δυνητική οριστική > πλάγιος λόγος: δυνητική οριστική, πρδ. 3
ευθύς λόγος: δυνητική οριστική > πλάγιος λόγος: δυνητική οριστική, πρδ. 4
Παραδείγματα:
Ευθύς λόγος
|
Έγκλιση
|
Πλάγιος λόγος
|
Ρήμα εξάρτησης
ÄΈγκλιση
|
1. Οὗτος
οὐ ποιεῖ ταῦτα
|
οριστική
|
Λέγει ὅτι
οὐ ποιεῖ ταῦτα
|
αρκτικός
Äοριστική
|
2. Οὗτος
οὐ ποιεῖ ταῦτα
|
οριστική
|
Ἔλεγεν ὅτι
οὐ ποιεῖ ταῦτα
|
ιστορικός
Äοριστική
|
2α. Οὗτος
οὐ ποιεῖ ταῦτα
|
οριστική
|
Ἔλεγεν ὅτι
οὐ ποιοίη ταῦτα
|
ιστορικός
Äευκτ. πλ. λ.
|
3. Οὗτος οὐκ
ἂν ἐποίει ταῦτα
|
δυνητική ορ.
|
Ἔλεγεν ὅτι
οὐκ ἂν ἐποίει ταῦτα
|
ιστορικός
Äδυνητική ορ.
|
4. Οὗτος οὐκ
ἂν ποιοίη ταῦτα
|
δυνητική
ευκτ.
|
Ἔλεγεν ὅτι
οὐκ ἂν ποιοίη ταῦτα
|
ιστορικός
Äδυνητική
ευκτ.
|
β) ειδικό
απαρέμφατο (πρδ. 5, 5α), ιδίως μετά το ρ.
φημί (5β)
Παρατηρήσεις
α) Αν στο
ευθύ λόγο υπήρχε δυνητική έγκλιση, τότε και το δυνητικό απαρέμφατο διατηρεί το
δυνητικό μόριο ἄν. (5α)
β) Ο χρόνος του
απαρεμφάτου καθορίζεται από το χρόνο του ρήματος στον ευθύ λόγο. (5, 5α, 5β)
γ) Αναγκαστικά θα
πρέπει να γίνει και έλεγχος για ταυτοπροσωπία (5β) ή ετεροπροσωπία. (5, 5α)
Παραδείγματα:
Ευθύς λόγος
|
Έγκλιση
|
Πλάγιος λόγος
|
Ρήμα εξάρτησης
ÄΈγκλιση
|
5. Οὗτος
οὐ ποιεῖ ταῦτα
|
οριστική
|
Λέγομεν
οὐ ποιεῖν τοῦτον ταῦτα
|
αρκτικός
Äειδ. απρμφ.
|
5α. Οὗτος
οὐκ ἄν ποιοίη ταῦτα
|
δυν. ευκτ.
|
Λέγομεν
οὐκ ἄν ποιεῖν τοῦτον ταῦτα
|
αρκτικός
Äειδ.δυν.
απρμφ.
|
5β. Οἱ
στρατιῶτα ταῦτα ποιήσουσι
|
οριστική
|
Οἱ στρατιῶται ἔφασαν ταῦτα ποιήσειν
|
ιστορικός
Äειδ. απρμφ.
|
2. γνωστικά ρήματα σε:
α) ειδική πρόταση, (για τις εγκλίσεις ισχύουν οι ίδιες αλλαγές με τα λεκτικά ρήματα), (πρδ. 1-4)
α) ειδική πρόταση, (για τις εγκλίσεις ισχύουν οι ίδιες αλλαγές με τα λεκτικά ρήματα), (πρδ. 1-4)
β) πλάγια ερώτηση, (πρδ. 5)
γ) ειδικό απαρέμφατο,
(ισχύουν οι ίδιες αλλαγές με τα λεκτικά ρήματα) (πρδ. 6)
δ) κατηγορηματική μετοχή,
(πρδ. 7)
Παρατηρήσεις
α) Αν
στο ευθύ λόγο υπήρχε δυνητική έγκλιση, τότε και η κατηγορηματική μτχ. διατηρεί
το δυνητικό μόριο ἄν. (8)
β) Ο
χρόνος της μετοχής καθορίζεται από το χρόνο του ρήματος στον ευθύ λόγο. (7, 8)
Παραδείγματα:
Ευθύς λόγος
|
Έγκλιση
|
Πλάγιος λόγος
|
Ρήμα εξάρτησης
ÄΈγκλιση
|
1. Οὗτος
οὐ ποιεῖ ταῦτα
|
οριστική
|
Γιγνώσκω ὅτι
οὐ ποιεῖ ταῦτα
|
αρκτικός
Äοριστική
|
2.
Οὗτος οὐ ποιεῖ ταῦτα
|
οριστική
|
Ἔγνωμεν ὅτι
οὐ ποιοίη ταῦτα
|
ιστορικός
Äευκτ. πλ. λ.
|
3. Οὗτος οὐκ
ἂν ἐποίησε ταῦτα
|
δυν.
οριστ.
|
Ἔγνωμεν ὅτι
οὐκ ἂν ἐποίησε ταῦτα
|
ιστορικός
Äδυνητική ορ.
|
4. Οὗτος οὐκ ἂν
ποιοίη ταῦτα
|
δυν. ευκτ.
|
Ἔγνωμεν ὅτι
οὐκ ἂν ποιοίη ταῦτα
|
ιστορικός
Äδυνητική
ευκτ.
|
5. Οὗτος
οὐ ποιεῖ ταῦτα
|
οριστική
|
Οὐκ
οἶδα εἰ οὗτος ποιεῖ ταῦτα
|
αρκτικός
Äπλάγια ερ.
|
6.
Οὗτος οὐ ποιεῖ ταῦτα
|
οριστική
|
Γιγνώσκω οὐ ποιεῖν τοῦτον ταῦτα
|
αρκτικός
Äειδικό απρμφ.
|
7. Οὗτος
οὐ ποιεῖ ταῦτα
|
οριστική
|
Γιγνώσκω τοῦτον
οὐ ποιοῦντα ταῦτα
|
αρκτικός
Äκτγ. μτχ.
|
8. Ἐτιμησάμην ἂν ὑπὸ
πάντων.
|
οριστική
|
Ἔγνων τιμησάμενος ἂν ὑπὸ
πάντων.
|
ιστορικός
Äκτγ. δυν.
μτχ.
|
α) ειδική πρόταση, (ίδιες αλλαγές με τα λεκτικά ρήματα),
(πρδ. 1-4)
β) πλάγια ερώτηση, (πρδ. 5)
γ) ειδικό απαρέμφατο,
(ίδιες αλλαγές με τα λεκτικά ρήματα) (πρδ. 6)
δ) κατηγορηματική μετοχή (πρδ.
7)
Ευθύς λόγος
|
Έγκλιση
|
Πλάγιος λόγος
|
Ρήμα εξάρτησης
ÄΈγκλιση
|
1. Οὗτος
οὐ ποιεῖ ταῦτα
|
οριστική
|
Αἰσθάνονται ὅτι
οὐ ποιεῖ ταῦτα
|
αρκτικός
Äοριστική
|
2. Οὗτος
οὐ ποιεῖ ταῦτα
|
οριστική
|
ᾔσθοντο ὅτι
οὐ ποιοίη ταῦτα
|
ιστορικός
Äευκτ. πλ. λ.
|
3. Οὗτος οὐκ
ἂν ἐποίησε ταῦτα
|
δυν. οριστική
|
ᾔσθοντο ὅτι
οὐκ ἂν ἐποίησε ταῦτα
|
ιστορικός
Äδυνητική ορ.
|
4. Οὗτος οὐκ
ἂν ποιοίη ταῦτα
|
δυν. ευκτική
|
ᾔσθοντο ὅτι
οὐκ ἂν ποιοίη ταῦτα
|
ιστορικός
Äδυνητική
ευκτ.
|
5. Οὗτος
οὐ ποιεῖ ταῦτα
|
οριστική
|
Οὐκ
ᾔσθοντο εἰ οὗτος ποιεῖ ταῦτα
|
αρκτικός
Äπλάγια ερ.
|
6. Οὗτος
οὐ ποιεῖ ταῦτα
|
οριστική
|
Αἰσθάνονται οὐ ποιεῖν τοῦτον ταῦτα
|
αρκτικός
Äειδικό απρμφ.
|
7. Ἀρίσταρχος
ἥκει
|
οριστική
|
Ὁ δ' ᾔσθετο
Ἀρίσταρχον ἥκοντα.
|
αρκτικός
Äκτγ. μτχ.
|
4. δοξαστικά ρήματα σε:
α) ειδικό απαρέμφατο, (ισχύουν οι ίδιες αλλαγές με τα λεκτικά ρήματα) (πρδ. 1)
α) ειδικό απαρέμφατο, (ισχύουν οι ίδιες αλλαγές με τα λεκτικά ρήματα) (πρδ. 1)
Ευθύς λόγος
|
Έγκλιση
|
Πλάγιος λόγος
|
Ρήμα εξάρτησης
ÄΈγκλιση
|
1. Οὗτος
πράττει τὰ προσήκοντα
|
οριστική
|
Δοκοῦσι πράττειν τοῦτον τὰ προσήκοντα
|
αρκτικός
Äειδικό απρμφ.
|
ΚΥΡΙΕΣ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΕΠΙΘΥΜΙΑΣ
Οι κύριες προτάσεις επιθυμίας μετατρέπονται
σε τελικό απαρέμφατο μετά
από ρήματα ευχετικά, βουλητικά, απαγορευτικά, κελευστικά, ή λεκτικά (όταν
έχουν τη σημασία των κελευστικών).
Ευθύς λόγος
|
Πλάγιος λόγος
|
1. Εἴητε εὐτυχεῖς.
|
Εὔχομαι ὑμᾶς
εὐτυχεῖς εἶναι.
|
2.
Μηδεὶς βαλλέτω.
|
Ἀπηγόρευε
μηδένα βάλλειν..
|
3. Διαβαίνετε,
ὦ ὑπασπισταί, τὸν ποταμόν.
|
Τοὺς ὑπασπιστὰς διαβαίνειν τὸν ποταμὸν ἐκέλευσεν.
|
4. Ἤκωμεν ὡς
πρῳαίτατα εἰς τὸ εἰωθός
|
Παρηγγείλαμεν
ἀλλήλοιν ἤκειν ὡς πρῳαίτατα
εἰς τὸ εἰωθός.
|
3. Εἴθε
σὺ φίλος ἡμῖν γένοιο.
|
Ηὔχοντο αὐτὸν
φίλον σφίσι γενέσθαι.
|
ΕΥΘΕΙΕΣ ΕΡΩΤΗΜΑΤΙΚΕΣ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ
Οι ευθείες ερωτήσεις μετατρέπονται σε
πλάγιες ερωτήσεις.
1. Σχετικά
με την έγκλιση παρατηρούμε ότι:
α) αν
εξαρτώνται από αρκτικό χρόνο διατηρούν την αρχική έγκλιση, πρδ.
1
β) αν
εξαρτώνται από ιστορικό χρόνο
μετατρέπουν, συνήθως, την οριστική ή την απορηματική υποτακτική σε
ευκτική του πλάγιου λόγου, πρδ. 2, 2α, 3, 3α
2. Σχετικά
με τον τρόπο που εισάγονται
παρατηρούμε ότι:
α) οι ευθείες ερωτήσεις ολικής άγνοιας στον
πλάγιο λόγο εισάγονται με το εἰ, πρδ. 3α
β) οι ευθείες ερωτήσεις μερικής άγνοιας, που
εισάγονται
i) με
ερωτηματικές αντωνυμίες ή διατηρούν τις ερωτηματικές αντωνυμίες (πρδ. 1) ή τις
τρέπουν στις αντίστοιχες αναφορικές (πρδ. 2, 3)
ερωτηματικές αντ.
|
αναφορικές αντ.
|
τίς
|
ὅστις
|
πόσος
|
ὅσος - ὁπόσος
|
ποῖος
|
οἷος - ὁποῖος
|
πότερος
(ποιος από τους δύο;)
|
ὁπότερος
|
πηλίκος (πόσο
μεγάλος; - ποιας ηλικίας
|
ἡλίκος -
ὁπηλίκος
|
ποδαπός (από
ποιο τόπο;)
|
ὁποδαπός
|
ii) όσες
εισάγονται με ερωτηματικά επιρρήματα ή τα διατηρούν ή τα τρέπουν στα αντίστοιχα
αναφορικά. πρδ. 1, 2, 2α, 3
ερωτηματικές επρρ.
|
αναφορικές επρρ.
|
ποῦ
|
ὅπου
|
ποῖ (προς
ποιο μέρος;)
|
ὅποι
|
πῇ (σε ποιο
μέρος;-πού;-πώς;)
|
ὅπῃ
|
πῶς
|
ὡς, ὅπως
|
πόθεν (από
πού;)
|
ὅθεν - ὁπόθεν
|
πότε
|
ὅτε - ὁπότε
|
πηνίκα (πότε;
ποια ώρα;)
|
ὁπηνίκα
|
πόσον
|
ὁπόσον
|
3. Οι διμερείς ευθείες ερωτήσεις
μετατρέπονται σε διμερείς πλάγιες ερωτηματικές και εισάγονται με τα:εἰ -
ἤ, εἴτε - εἴτε, πότερον - ἤ, πότερα - ἤ
Ευθύς λόγος
|
έγκλιση
|
Πλάγιος λόγος
|
Ρήμα εξάρτησης
ÄΈγκλιση
|
1. Τίς ποιεῖ
ταῦτα;
|
οριστική
|
Ἐρωτᾷ τίς ποιεῖ ταῦτα.
|
αρκτικός
Äοριστική
|
2. Τίς ποιεῖ
ταῦτα;
|
οριστική
|
Ἠρώτησαν ὅστις ποιεῖ ταῦτα.
|
ιστορικός
Äοριστική
|
2α. Τίς ποιεῖ
ταῦτα;
|
οριστική
|
Ἤροντο ὅστις ποιοίη ταῦτα
|
ιστορικός
Äευκτική πλ.
λ.
|
3.
Κατακαύσωμεν αὐτοὺς ἤ τί ἄλλο χρησώμεθα;
|
υποτακτική
|
Ἐβουλεύοντο εἴτε κατακαύσωσιναὐτοὺς εἴτε τι ἄλλο χρήσωνται.
|
ιστορικός
Äυποτακτική
|
3α. Παραδῶμεν
Κορινθίοις τὴν πόλιν;
|
υποτακτική
|
Τὸν θεὸν
ἐπήροντο εἰ παραδοῖενΚορινθίοις
τὴν πόλιν.
|
ιστορικός
Äευκτική
|
4. Ποῖ
ἄγοιμεν;
|
ευκτική
|
Ἠπόρουν ὅποι
ἄγοιντο
|
ιστορικός
Äευκτική
|
ΔΕΥΤΕΡΕΥΟΥΣΕΣ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ
Κατά τη μεταφορά των δευτερευουσών
προτάσεων από τον ευθύ στον πλάγιο λόγο παρατηρούμε:
1. Δεν αλλάζει το είδος
των προτάσεων. Με άλλα λόγια, μια ειδική πρόταση του ευθύ λόγου παραμένει
ειδική και στον πλάγιο λόγο.
β) η απλή
οριστική ή η υποτακτική (με το ἄν ή χωρίς το ἄν)
μετατρέπονται συνήθως σεευκτική του πλάγιου λόγου,
συνεπώς το ἂν χάνεται. (πρδ. 5, 6)
γ) η απλή
οριστική ή η υποτακτική (με το ἄν ή χωρίς το
ἄν) διατηρούνται όταν:
i) ο
συγγραφέας τηρεί αντικειμενική στάση σ' αυτά που διηγείται, εκφράζοντας, όχι τη
δική του γνώμη, αλλά τη γνώμη του υποκειμένου της πρότασης,
ii) παρουσιάζεται κάτι ως βέβαιο ή ως
διαχρονική αλήθεια. (πρδ. 7, 8)
Ευθύς λόγος
|
Έγκλ.
|
Πλάγιος λόγος
|
Ρήμα
|
Έγκλιση
|
1. Εἰ αὕτη ἡ πόλις ληφθήσεται, ἔχεται καὶ ἡ
πᾶσα Σικελία.
|
ορ.
|
Λέγει ὅτι, εἰ αὕτη ἡ πόλις ληφθήσεται, ἔχεται καὶ ἡ πᾶσα Σικελία.
|
αρκτ.
|
ορ.
|
2. Ἐπειδάν τις ἀγαθὸς τελευτήσῃ, μεγάλην
τιμὴν ἔχει.
|
υπ.
|
Λέγουσιν ὡς, ἐπειδάν τις ἀγαθὸς τελευτήσῃ, μεγάλην τιμὴν ἔχει.
|
αρκτ.
|
υπ.
|
3.Γιγνώσκετε ὅτι οὐκ ἂν ἐτόλμησα εἰπεῖν,
εἰ μὴ ἔγνων.
|
δ. ορ.
|
Ἐγιγνώσκετε γὰρ ὅτι οὐκ ἂν ἐτόλμησα εἰπεῖν, εἰ μὴ ἔγνων.
|
ιστ.
|
δ. ορ.
|
4. Οὐδὲ ναῦς ἐστιν ᾗ σωθεῖμεν ἂν φεύγοντες.
|
δ. ευ.
|
Εἶπεν αὐτοῖς ὅτι οὐδὲ ναῦς ἦν σωθεῖεν ἂνφεύγοντες.
|
ιστ.
|
δ. ευκ.
|
Οὐδὲν ἐμοὶ μέλει τοῦ ὑμετέρου θορύβου,
ἐπειδὴ πολλοὺς Ἀθηναίους οἶδα τοὺς
τὰ ὄμοια πράττοντας ἐμαυτῷ.
|
ορ.
|
Εἶπεν ὅτι οὐδὲν αὐτῷ μέλει τοῦ ἡμετέρου θορύβου, ἐπειδὴ πολλοὺς
Ἀθηναίους εἰδείη τοὺς τὰ
ὄμοια πράττοντας αὐτῷ.
|
ιστ.
|
ευκ. πλ. λ.
|
6. Ξενοφῶν ἡγεῖται πρὸς τὴν φανερὰν ἔκβασιν, ὅπως ταύτῃ
τῇ ὁδῷ οἱ πολέμιοι προσέχωσι τὸν νοῦν
|
υπ.
|
Ξενοφῶν ἔλεγεν ὅτι ἡγεῖτο πρὸς τὴν φανερὰν ἔκβασιν, ὅπως ταύτῃ
τῇ ὁδῷ οἱ πολέμιοι προσέχοιεν τὸν
νοῦν
|
ιστ.
|
ευ. πλ. λ.
|
7. Ἐσμὲν ἐπὶ ταῖς βασιλέως θύραις... μόνοι δὲ κατελελείμμεθα.
|
ορ.
|
Οἱ Ἕλληνες ἐν πολλῇ ἀπορίᾳ ἦσαν ἐννοούμενοι μὲν ὅτι ἐπὶ ταῖς βασιλέως
θύραις ἦσαν... μόνοι δὲ καταλελειμμένοι ἦσαν.
|
ιστ.
|
ορ.
|
8. Ἐπειδὰν ἡ στρατεία λήξῃ, εὐθὺς ἀποπέμψω σε.
|
υπ.
|
Εἶπεν ὅτι, ἐπειδὰν ἡ στρατεία λήξῃ,
εὐθὺς ἀποπέμψει αὐτόν.
|
ιστ.
|
υπ.
|
Οι αλλαγές που γίνονται κατά τη μεταφορά
του ευθύ λόγου σε πλάγιο εξαρτώνται από το ποιος μεταφέρει (πλαγιάζει)
το λόγο και σε ποιον. Έτσι παρατηρούμε:
α)
αλλαγή του προσώπου του ρήματος· μπορεί:
το
α' πρόσωπο να τρέπεται σε β' (πρδ. 1) ή σε γ' (πρδ. 2)
το
β σε γ' (πρδ. 3)
ή
και του β' σε α' π.χ. (πρδ. 4)
Ευθύς λόγος
|
Πλάγιος λόγος
|
|
1. Τοῦτο ὑμᾶς διδάξω.
|
Ἔλεγες ὅτι τοῦτο ἡμᾶς διδάξοις.
|
α > β
|
2. Τοῦτο ὑμᾶς διδάξω.
|
Ἔλεγε ὅτι τοῦτο ἡμᾶς διδάξοι.
|
α > γ
|
3. Ὦ Ἀγησίλαε, ἐὰν σπείσῃ, ἕως ἂν ἔλθωσιν...
|
Τισσαφέρνης ὤμοσεν Ἀγησιλάῳ, εἰ σπείσαιτο, ἕως ἔλθοιεν...
|
β > γ
|
4. τί ἐν νῷ ἔχεις ποιεῖν;
|
Ἠρώτησαν οἱ νόμοι τί ἐν νῷ ἔχω ποιεῖν;
|
β > α
|
β) οι
αντωνυμίες, κυρίως οι προσωπικές, οι αυτοπαθείς και οι κτητικές τρέπονται από
το α' ή το β' πρόσωπο σε γ' πρόσωπο, ανάλογα
με τα συμφραζόμενα.
Ευθύς λόγος
|
Πλάγιος λόγος
|
Ἐπειδὰν ἡ στρατεία λήξῃ, εὐθὺς ἀποπέμψω σε.
|
Εἶπεν ὅτι, ἐπειδὰν ἡ στρατεία λήξῃ, εὐθὺς ἀποπέμψει αὐτόν.
|
Οὐδὲν ἐμοὶ μέλει τοῦ ὑμετέρου θορύβου.
|
Εἶπεν ὅτι οὐδὲν αὐτῷ μέλει τοῦ ἡμετέρου θορύβου.
|
Οὐδὲν ἐμοὶ μέλει τοῦ ὑμετέρου θορύβου.
|
Εἶπεν ὅτι οὐδὲν αὐτῷ μέλει τοῦ σφετέρου θορύβου.
|
γ)
αλλαγές παρατηρούνται και στα επιρρήματα που δηλώνουν τόπο, ή χρόνο,
π.χ.
ἐνθάδε > ἐκεῖ, νῦν > τότε
ΠΛΑΓΙΟΣ ΛΟΓΟΣ
ΣΕ ΕΥΘΥ
|
Για
να μετατρέψουμε τον πλάγιο λόγο σε ευθύ, θα πρέπει να ακολουθήσουμε την
αντίθετη πορεία απ' αυτή που ακολουθούσαμε ως τώρα. Συνοπτικά θα έχουμε τις
εξής αλλαγές:
Πλάγιος λόγος
|
Ευθύς λόγος
|
πρδ.
|
|
χωρίς
αλλαγές |
οριστική
|
οριστική
|
1
|
δυνητική οριστική
|
δυνητική οριστική
|
2
|
|
δυνητική ευκτική
|
δυνητική ευκτική
|
3
|
|
απορηματική υποτακτική
|
απορηματική υποτακτική
|
4
|
|
ευκτική πλ. λ.
|
οριστική ή υποτακτική
|
5
|
|
ειδικό απαρέμφατο
|
οριστική
|
6
|
|
τελικό απαρέμφατο
|
προστακτική
|
7
|
|
κατηγορηματική μετοχή
|
οριστική
|
8
|
|
το ρήμα εξάρτησης
|
παραλείπεται
|
||
το πρόσωπο των ρημάτων
|
συνήθως αλλάζει
|
1, 2 κτλ
|
|
το πρόσωπο των προσωπικών,
κτητικών και αυτοπαθών αντωνυμιών |
συνήθως αλλάζει
|
1, 7
|
|
οι αναφορικές αντωνυμίες
|
τρέπονται σε ερωτηματικές
|
5
|
|
τα αναφορικά επιρρήματα
|
τρέπονται σε ερωτηματικά
|
||
τα τοπικά και χρονικά επιρρήματα
|
συνήθως αλλάζουν
|
Ευθύς λόγος
|
έγκλιση
|
Πλάγιος λόγος
|
έγκλ.
|
1. Λέγει ὡς ἐγὼ ὑβριστής εἰμι
|
ορ.
|
Σὺ ὑβριστὴς εἶ.
|
ορ.
|
2. Ἀπεκρίνατο ὅτι οὐ ἂν αὐτὸς ὀνομαστὸς ἐγένετο.
|
δυν. ορ.
|
Οὔτ' ἂν ἐγὼ αὐτὸς ὀνομαστὸς ἐγενόμην.
|
δυν. ορ.
|
3. Εἶπεν ὅτι ἔλθοι ἂν εἰς λόγους.
|
δ. ευ.
|
Ἔλθοιμι ἂν εἰς λόγους.
|
δ. ευ.
|
4. Ὁρῶ σέ, ὦ Ἠράκλεις, ἀποροῦντα, ποίαν ὁδὸν ἐπὶ τὸν βίον τράπῃ
|
απ. υπ.
|
Ποίαν ὁδὸν ἐπὶ τὸν βίον τράπωμαι;
|
απ. υπ.
|
5. Ἤρετο ὅστις ἀφίκοιτο.
|
ευ. πλ. λ.
|
Τίς ἀφίκετο;
|
ορ.
|
5. Εὐθύδημος διεσώπησε σκοπῶν, ὅτι ἀποκρίναιτο.
|
ευ. πλ. λ.
|
Τί ἀποκρίνωμαι;
|
υπ.
|
6. Σωκράτης ἔφη τοὺς θεοὺς πάντας ὁρᾶν καὶ ἀκούειν.
|
ειδ. απ.
|
Οἱ θεοὶ πάντα ὁρῶσι καὶ ἀκούουσι.
|
ορ.
|
7. Παρεκελεύοντο Κῦρον μὴ μάχεσθαι, ἀλλ' ὅπισθεν ἑαυτῶν τάττεσθαι.
|
τελ. απ.
|
Μὴ μάχου, ἀλλ' ὅπισθεν ἡμῶν τάττου.
|
πρσ.
|
8. Οἱ Θηβαῖοι ἔγνωσαν ἐξηπατημένοι.
|
κτγ. μτχ.
|
Οἱ Θηβαῖοι ἐξηπάτηντο.
|
ορ.
|
1.
Να μετατρέψετε τον ευθύ λόγο σε
πλάγιο. Δίνεται το ρήμα εξάρτησης.
1. Ὁ γάρ τῆς Ἀσίας βασιλεύς ἔστειλε
πεντήκοντα μυριάδας στρατιάν.
Οὗτος
ἔλεγε
2.
Ἐβουλόμην
ἄν καί τήν βουλήν ὑπό τῶν στρατηγῶν ἐφεστηκότων ὀρθῶς διοικεῖσθαι.
Οὗτος
ἔφη
3.
Μή
πιστεύητε μήτε ἀπιστῆτε τοῖς εἰρημένοις.
Δέομαι
ὑμῶν
4.
Μέμφομαι
τῶν ἰδιωτῶν τούς ὀλίγα κατορθοῦντας.
Οὗτος
ἑώρα με
5.
Τήν
αὐτήν οὖν γνώμην ἔχω καί περί τῶν κοινῶν.
Οὗτος
ἔλεγε
6.
Αἱ
δέ πόλεις ὑπομένουσι τάς παρά τῶν ἀνθρώπων τιμωρίας.
Οἶδα
7.
Οὐδέ
ὁ σύλλογος ἐν Θήβαις δεῖ εἶναι ἀλλ’ ἔνθα ἄν ᾖ πόλεμος.
Ὁ
Λυκομήδης καί τοῦτο ἔλεγεν
8.
Ὦ
Ἀγησίλαε, πάντες ἄνθρωποι ὑμνοῖεν ἄν τήν σήν ἀρετήν.
Εἶπε
9.
Πῶς
ἀκριβῶς καί καλῶς ἕξουσιν οἱ νόμοι;
Ἐσκόπουν
10. Τίνι τρόπω κηδεσταί ὑμῖν ἐγένοντο;
Διδάξει
ἡμᾶς
11. Ὦ στρατιῶται, ἴτε εἰς
Λακεδαίμονα.
Ἐκέλευε
12. Οὕτω μέν ποιοῦντι πᾶσαι σοι αἱ
πόλεις φίλιαι ἔσονται.
Ὁ
Κόνων τόν Φαρνάβαζον ἐδίδασκεν
13. Ὧ Φαρνάβαζε, κίνδυνος ἐστί μή
καί οἱ Ἕλληνες, ἐάν ταῦτα αἴσθωνται, συστῶσι.
Οὗτος
ἔλεγε
14. Οἱ τῷ πλήθει ἀγαθοῦ τινος αἴτιοι
γεγενημένοι χάριτος παρ’ ἡμῶν αὐτῶν τυγχάνωσι.
Οὗτοι
ἠξίουν
15. Βούλομαι τῆς τιμής ταύτης ἐν τῇ
πόλει τυχεῖν.
Διονυσόδωρος
ᾐσθάνετο τοῦτον
16. Οἱ τοιοῦτοι παιδευθέντες οὐκ ἄν
μόνον αὐτοί τε εὐδαί΄μονες εἶεν ἀλλά και οἱ ἑαυτόν οἴκοι καλῶς οἰκοῖεν.
Ἡγεῖτο
17. Άνδρί ἑκάστῳ δώσω πέντε ἀργυρίου
μνᾶς, ἐπάν ἥκωμεν εἰς Βαβυλῶνα.
Ὁ
δ’ ὑπέσχετο
18. Ἆρ’ οὐκ αἰσχύνει τἀγαθά δεινά
καλῶν;
Πρωταγόρας
ἐρωτᾷ
19. Οἵτινες ἄν τοῖς πολίταις αἰτιῶτατοι
ὦσι τοῦ τοῖς νόμοις πείθεσθαι, ἄριστοι εἰσί.
Ἐδόκει
μοι
20. Τό ἐμόν γῆρας οὐδεπώποτε τῆς ἐμῆς
νεότητος ἀσθενέστερον ἐγίγνετο.
Οὗτος
ᾐσθάνετο
21. Κτενῶ καί λόγῳ καί ἔργω καί τῇ ἐμαυτοῦ
χειρί, ἄν δυνατός ὦ, ὅς ἄν καταλύσῃ τήν δημοκρατίαν.
Ὁ
νεανίας ἔλεγε
22. Αἱ ἄρισται δοκοῦσαι εἶναι
φύσεις μάλιστα παιδείας δέονται.
Ἔφη
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου